Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017



Ξημερώνουν Χριστούγεννα...

Κάθε χρόνο ίδια μέρα μια και μοναδική ανάμνηση με γυρνάει πίσω πολλά χρόνια.
Χριστούγεννα στο χωριό...

Οταν σκέφτομαι τα σημερινά παιδιά που κάθε χρόνο σκέφτονται πού θα πάνε να διασκεδάσουν και ετοιμάζονται πυρετωδώς μέρες πριν μια σκέψη περνά πάντα από το μυαλό μου.

Στην ηλικία τους και εμείς δε θέλαμε να φύγουμε από την πόλη ...θέλαμε να βγούμε με φίλους, να πάμε στο καλύτερο club εκείνης της εποχής

Ομως, πιστέψτε με..
Tελικά οι αναμνήσεις, οι γλυκές αναμνήσεις, αυτές που μας κάνουν πολλές φορές να δακρύζουμε από συγκίνηση και νοσταλγία είναι όσες που μας γυρνούν σε πολυαγαπημένα πρόσωπα και σε πιο απλοϊκές καταστάσεις, που δεν εχουν να κάνουν με τυποποιημένα ''ρεβεγιόν''  ή ξέφρενη διασκέδαση σε κάποιο club.

Τότε οι γονεις μας τηρούσαν τις νηστείες απαρέγκλιτα.Εμείς αναγκαστικά ακολουθούσαμε. γιατί και να θέλαμε δεν υπήρχε εναλλακτική. Παραμονή Χριστουγέννων, λοιπόν, σε ένα χωριό κάπου στα Γρεβενά. Κρύο και χιόνι σχεδόν κάθε χρόνο. Να μην τολμάς να ξεμυτίσεις από το σπίτι, στο οποίο οι σόμπες έκαιγαν όλη μέρα  σε όλα τα δωμάτια, με τα καυσόξυλα που εξασφάλιζε ο παππούς μόνος, υπομονετικά όλη τη χρονιά, πηγαίνοντας με τον γάιδαρο στο κοντινό δάσος, και τα στοίβαζε σε ένα σκεπασμένο μέρος της αυλής.

Παραμονή Χριστουγέννων και οι μυρωδιές να πλημμυρίζουν το σπίτι σε σημείο που να μας κάνουν να ανυπομονούμε να τελειώσει αυτήν η νηστεία, που την τελευταία μέρα φάνταζε για μας, που ήμασταν μικρά παιδιά, μαρτύριο. Η γιαγιά όμως ''κέρβερος''. Δε μας άφηνε να ακουμπήσουμε τίποτα από τα χριστουγεννιάτικα γλυκά ή τις πίτες που με τόση επιμέλεια ετοίμαζε.

Νομίζω εκείνο το βράδυ δεν πρεπει να κοιμόταν σχεδόν κανένας.Τα παιδιά έβγαιναν για τα κάλαντα λίγο πριν τις 12  και γυρνούσαν όλα τα σπίτια του χωριού πάρα το έντονο κρύο και το πολύ χιόνι.Ήταν εποχές μάλλον που οι μαμάδες δεν πάθαιναν υστερία με το κρύο, όπως σήμερα εμείς, που με λίγο χιόνι και λίγους βαθμούς υπό του μηδενός απαιτούμε να κλείσουν τα σχολεία. Μας έντυναν καλά και βγαίναμε έξω πάντα ανεξάρτητα από το ύψος του χιονιού.

Γέμιζε η χριστουγεννιάτικη νύχτα παιδικές φωνές...οι χωριανοί άνοιγαν με χαρά τις πόρτες για να υποδεχτούν τους νυχτερινούς επισκέπτες. Κάπου στις 2 το βράδυ ησύχαζε το χωριό. Εμείς κοιμόμασταν ελάχιστες ώρες, αφου μόλις χτυπούσε η καμπανα έπρεπε να ετοιμαστούμε για την εκκλησία.

Κάθε χρόνο το ίδιο τελετουργικό...κάθε χρόνο να μην θέλω να σηκωθώ από το ζεστό κρεβάτι μου για να περπατήσω μέχρι τη εκκλησία.Βλέπετε τότε τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα στα χωριά, αλλά και όσοι τα είχαν δεν διανοούνταν να πάνε οδηγώντας στην εκκλησία...

Όλοι λοιπόν με τα πόδια, οι ''καλημέρες'' (ποια καλημέρα αναρωτιόμουν μέσα στη μαύρη νύχτα και στο ψοφόκρυο) και τα ''χρόνια πολλά'' γέμιζαν την παγωμένη νύχτα..Υποβλητική ατμόσφαιρα και χαρούμενη στην εκκλησία του χωριού που γέμιζε ασφυκτικα με όλους.
Κρυφά βλέμματα στους ''ξένους'' αλλά και κωμικές καταστάσεις με γιαγιάδες που μας τραβούσαν από το μανίκι να μας ρωτήσουν ''τίνος είσαι εσύ''(όχι δεν είναι ανέκδοτο... ίσχυε).

Και όταν τελείωνε το μαρτύριο για μας τα παιδια - γιατί για ένα μικρό παιδί η νηστεία, η αυπνία, το κρύο και η ορθοστασία μόνο μαρτύριο μπορεί να φαντάζει - παίρναμε το δρόμο για το σπίτι.

Το τραπέζι το βρίσκαμε στρωμένο και έτοιμο  από τη γιαγιά που είχε προνοήσει μέρες πριν για τα πάντα.Ακόμα τη θυμάμαι, μικροκαμωμένη, αεικίνητη αλλά με δυναμική προσωπικότητα να έχει τον πρώτο λόγο για όλα.Μια γυναίκα που πέρασε αντίξοες συνθήκες, μεγάλωσε έξι παιδιά μέσα στον πόλεμο και δεν κάμφθηκε ποτέ. Μια γυναίκα που είχε όρεξη για ζωή και γι'αυτο μέχρι τα βαθιά της γεράματα ήταν όλη μέρα στο πόδι για δουλειές, που ακόμα και όταν δεν υπήρχαν  τις επινοούσε, νομίζω, μόνο και μόνο για να έχει να ασχολείται...

Ο παππούς (καλή του ώρα εκεί που είναι) εκανε σχεδόν κάθε χρονιά γουρουνόπουλο στη σούβλα.Το γουρουνόπουλο δικό του, το τάιζε καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου  σε μια απομακρυσμένη πλευρά της αυλής με τα αποφάγια, για να το έχει έτοιμο για τα Χριστούγεννα.Το έσφαζε λίγες μέρες πριν και το ετοίμαζε, Δεν ξέρω τι ώρα ακριβώς ξυπνούσε, ούτε πόσες ώρες του έπαιρνε αυτή η διαδικασία, μια που τότε δεν υπήρχαν σούβλες ρεύματος.

Θα τον θυμάμαι όμως πάντα, εκεί στη σκεπασμένη πλευρά της αυλής, απέναντι από την κουζίνα, να κάθεται στο καρεκλάκι μέσα στο κρύο με τη λιγοστή φωτιά από τα κάρβουνα .Εμείς μόλις γυρνούσαμε από την εκκλησία, πηγαίναμε να τον αγκαλιάσουμε και να του πούμε χρόνια πολλά, ενώ αυτός είχε σχεδόν έτοιμο το χριστουγεννιάτικο έδεσμα.
Τον αγαπούσαμε τον παππού, λίγο παραπάνω ίσως από τη γιαγιά που μας φώναζε πάντα για κάποιο λόγο - δεν ήμασταν και τα πιο ήσυχα παιδιά άλλωστε.Ο παππούς ,όμως, δε μας χαλούσε χατήρι ποτέ. Ήταν πάντα κεφάτος και φοβερό πειραχτήρι .Δε μας άφηνε σε ησυχία..

Πίτες, χοιρινό τηγανιά, τσιγαρίδες (που ακόμα απορώ πώς και γιατί τις έτρωγαν) και το γκουρμέ της υπόθεσης γουρουνόπουλο στη σούβλα...

Γεύσεις, μυρωδιές μια άλλης εποχής, που η μνήμη τις επαναφέρει κάθε χρόνο...

Τα Χριστούγεννα τα έχω συνδεδεμένα με αυτές τις γεύσεις και τις μυρωδιές που δεν ξαναβρήκα από τότε....χάθηκαν μαζί με την αθωότητα των παιδικών χρόνων..Ίσως τις πήραν μαζί τα αγαπημένα πρόσωπα που μας ξανάρχονται στη μνήμη τέτοιες μέρες....Από την άλλη όμως σκέφτομαι πως η ευτυχία βρίσκεται σε πολύ απλά πράγματα, σε τελετουργικά που κάποτε μας φάνταζαν απλοϊκά, τώρα όμως τα εκτιμούμε.

Αγκαλιάστε σφιχτά τους παππούδες και τις γιαγιάδες, μοιραστείτε τις μέρες αυτές μαζί τους και χτίστε αναμνήσεις. Τα ρεβεγιόν θα είναι και τα επόμενα χρονια εκεί....αυτοί ίσως όχι...
Καλά Χριστούγεννα λοιπόν με αγαπημένα πρόσωπα και αγαπημένες γεύσεις και μυρωδιές...

Ας μην είμαστε αχάριστοι...Η ευτυχία βρίσκεται σε απλά πράγματα αρκεί να μάθουμε να την εκτιμούμε...

Χρόνια πολλά σε όλον τον κόσμο, με υγεία, αγάπη και ανθρωπιά!












LECTIO ΧΧΙ: ΠΩΣ ΠΗΡΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΤΟ PISAURUM Brenno duce Galli, apud Alliam flumen deletis legionibus Rοmanorum, everterunt urb...